Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Επειδή είσαι...

Επειδή είσαι για μένα ένα αναπάντητο ερώτημα
μια πληγή που δεν έχει επουλωθεί ακόμα
ατελείωτη σταγόνα πάνω στα κεραμίδια
κύμα που κατατρώει την πέτρα
βουητό ασίγαστο στ΄αυτιά
πτώση διαρκής στα όνειρά μου
δεν θέλω άλλο να σκαλίζεις την χέρσα γη μου
τα χέρια σου μονάχa πικρή μνήμη
κι ύστερα
ύπνος βαθύς
χωρίς εσένα

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Joseph Brodsky, Ένα σύγχρονο τραγούδι

Ο άνθρωπος έρχεται στα ερείπια ξανά και ξανά,
ήταν εδώ προχθές και χθες
θα έρθει και αύριο,
τα ερείπια τον γοητεύουν.
Λέει:
            Σταδιακά,
            σταδιακά θα μάθεις διάφορα πράγματα, πάρα πολλά,
            θα μάθεις να επιλέγεις από τους σωρούς των χαλικιών
            τα ξυπνητήρια σου και τα καμένα εξώφυλλα των λευκωμάτων,
            θα συνηθίσεις
            να έρχεσαι εδώ καθημερινά,
            θα συνηθίσεις στην ύπαρξη των ερειπίων,
            θα μάθεις να ζεις με τούτη τη σκέψη.
Κάποιες στιγμές θα νομίζεις – πως έτσι πρέπει
κάποιες στιγμές θα νομίζεις, πως τα έμαθες όλα,
και τώρα εύκολα μιλάς
στο δρόμο με ένα άγνωστο μωρό
και όλα τα εξηγείς. Έτσι πρέπει.
            Ο άνθρωπος έρχεται στα ερείπια ξανά,
            κάθε φορά, όταν θέλει να αγαπήσει ξανά,
            όταν ξανά ρυθμίζει το ξυπνητήρι του.
Σ’ εμάς, τους φυσιολογικούς ανθρώπους, δεν περνάει καν από το μυαλό μας, πως μπορούμε να γυρίσουμε στο σπίτι και αντί για το σπίτι να βρούμε ερείπια. Όχι, δε ξέρουμε τι θα πει να χάσεις και τα πόδια και τα χέρια όταν σε πατήσει το τραίνο ή το τραμ – όλα αυτά φτάνουν σ’ εμάς ως πικρές φήμες, όταν στο μεταξύ υπάρχει ένα αναγκαίο ποσοστό δεινών, αυτό είναι ένα ρόδο δυστυχίας.
            Ο άνθρωπος έρχεται στα ερείπια ξανά,
            σκαλίζει για ώρα πολλή  με τη βακτηρία του τις μουσκεμένες ταπετσαρίες
και τα χαλίκια, σκύβει, σηκώνει και κοιτάζει.
Όποιος σπίτια χτίζει,
            όποιος αιωνίως τα γκρεμίζει, όποιος τα ξαναχτίζει,
            η αφθονία των πόλων μας γεμίζει αισιοδοξία.
            Ο άνθρωπος στα ερείπια σήκωσε και κοιτάζει,
            οι άνθρωποι αυτοί συνήθως δεν κλαίνε.
            Ακόμη κι όταν έρχονται επισκέπτες σε – δόξα τω Θεών – γνωστούς,
            κοιτάζουν αποδοκιμαστικά τις στήλες με τα φωτογραφικά λευκώματα.
            «Στις μέρες μας» - λένε – δεν αξίζει να βγάζεις φωτογραφίες.
Μπορείς να χτίσεις πολλά κι άλλα τόσα μπορείς να γκρεμίσεις
και ξανά να χτίσεις.
Τίποτα δεν είναι πιο τρομακτικό από τα ερείπια στην καρδιά,
τίποτα δεν είναι πιο τρομακτικό από τα ερείπια,
            στα οποία πέφτει η βροχή και δίπλα από τα οποία
            περνάνε καινούρια αυτοκίνητα,
            στα  οποία, σα φαντάσματα, περιφέρονται
            άνθρωποι με κομματιασμένη καρδιά και παιδιά με μπερέδες,
            τίποτα δεν είναι πιο τρομακτικά από τα ερείπια,
τα οποία παύουν να θεωρούνται μεταφορές
και γίνονται αυτό που ήταν κάποτε:
            σπίτια.
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης

Ηγεμονία του κενού

Να σας πω για την αλλοκοτιά των ημερών μου, είναι τόσο κοινή, τόσο συνηθισμένη. Να σας πω για το φως την ημερών του χειμώνα, τόσο τρελό, τόσο απαλό. Ξαφνικά, εμφανίζεται η άνοιξη. Θα έμοιαζε με κάτι που δεν μπορεί ποτέ να τελειώσει...
Δεν ξέρω τίποτα για τη ζωή σας, για τους ανθρώπους που πορεύονται μαζί σας, για τις λέξεις που σας προστατεύουν, για τα δέντρα ή τα σπίτια ή για το μπλε που βλέπετε από τα παράθυρά σας. Δε φαντάζομαι τίποτα. Τίποτα δεν έχω να σας πω που να μην το ξέρετε ήδη. Αν σας γράφω, είναι για να μην σταματήσω να γράφω, ποτέ, και είναι καθάριο τραγούδι, αγνός εορτασμός του άσματος, η δόνηση αυτή του αέρα κόντρα στο τύμπανο της καρδιάς.
Αν σας γράφω, είναι από τούτη τη μοναξιά, τούτη τη σιωπή που μετρά την ισότητά μας το ίδιο καλά με τη μεταξύ μας απόσταση. Από το αναπόφευκτο δεδομένο της μοναξιάς. Της δικής μου. Της δικής σας. Μοναξιάς όλο και πιο μεγάλης, απεριόριστης.
Και ξέρω πως για καιρό ακόμα όλα θα πρέπει να τα επινοώ. Όλα: τον αέρα τριγύρω και ό,τι βρίσκεται μέσα στον αέρα, φως, πουλιά, αστέρια ή βροχές. Το από κάτω χώμα και ό,τι βρίσκεται μέσα στο χώμα, τις πέτρες, τα νερά, τις νύχτες. Όλα να τα επινοώ για να κάνω ένα και μόνο βήμα. Ύστερα, όλα να τα αφήνω. Όλα να τα καταστρέφω για να αρχίσω και πάλι εν όψει ενός δεύτερου βήματος. Η ιδέα της ανάπαυσης, είμαι σίγουρος γι’ αυτό, θα ήταν θανάσιμη.


Christian Bobin

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Γεωγραφία του σώματος

Πόνος, ζωγραφισμένος παντού
στο σώμα μας καταγράφεται η ιστορία μας
Θάλασσες, λίμνες, χερσόνησοι, νησιά, ακτές
κι αργότερα οι καταιγίδες, οι σεισμοί, οι καταστροφές

οι γιατροί γίνονται οι ιστορικοί και γεωγράφοι μας
Ερευνούν τις πηγές μελετούν τα κύτταρά μας
καταδύονται στον πυρήνα μας, επισκευάζουν τον φλοιό μας

Πώς σιγά σιγά βυθιζόμαστε στην απώλεια
εξοικιωνόμαστε με το θάνατο
Πρώτα η όραση
ναι
μας εγκαταλείπει
θολώνει η εικόνα του κόσμου. σβήνει

Δεν έχουμε πολύ καιρό ακόμα



Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Κενός ήχος

Νομίζω πως δεν θα ξανακούσω μουσική
Στέρεψε η ακοή
Οι νότες πέφτουν μέσα μου βαριές σαν πέτρες
Σπάνε την εύθραστη επιφάνεια της ψυχής
Την κομματιάζουν
Κρύσταλλοι τα μινόρε- η αιχμή τους διαπερνά το σώμα
και το ματώνει
Ύφεση, δίεση- μαχαίρια με κόβουν στη μέση
Όχι δεν αντέχω άλλο αυτό το βασανιστήριο


Βυθομέτρηση

Ξανά εδώ
στην εκκίνηση
Φοβήθηκα πολύ
Ένιωσα τον πόνο του χαμού
Γιατί βυθομετρώ το χάος;
Γιατί εκλογικεύω το ά-λογο;
Γιατί ψηλαφώ τον αέρα;
Ας φύγει
Ας πετάξει
Καλύτερα
Ο κόμπος

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Κοιτώντας κατάματα την ήττα


Ο νους αδειάζει
Πόσες και πόσες φορές
προσπάθησα
Η αποτυχία ακολουθούσε πάντα
Στάθηκα ακίνητη
να αφουγκραστώ τη βαθύτερη διάστασή της
Περίμενα αρκετή ώρα
ακόμη κι αυτό στάθηκε αδύνατο
Όπως τα σήματα στο παλιό ραδιόφωνο
όπως η πρωινή ομίχλη στην πλαγιά του  βουνού
Σα νεκρή
Μάλλον είμαι νεκρη
αλλά μια βιαστική νεκρή
που πρέπει να σηκώσει
πολλούς θανάτους
χιλιάδες θανάτους
καθημερινούς θανάτους
θανάτους χωρίς τέλος

«Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει»


Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι μέσα από τα δάκτυλά μου
χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.
Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα.
Ό,τι αγάπησα χάθηκε μαζί με τα σπίτια.
 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ 

 

Μη μιλάτε Ελληνικά


Μη μιλάτε Ελληνικά
να γαβγίζετε
να μουγκρίζετε
Να μη μιλάτε καθόλου
Μη διαβάζετε Ελληνικά:
να διαβάζετε τους λόγους των πολιτικών σας
να διαβάζετε τα "καλέσματα" των οργανώσεών σας
να διαβάζετε τον ημερήσιο και τον περιοδικό σας τύπο.
Να μη διαβάζετε καθόλου.
Μη γράφετε Ελληνικά:
να γράφετε την "Καθαρεύουσα" του Γενικού Επιτελείου
να γράφετε την "Δημοτική" του Υπουργείου "Πολιτισμού"
να γράφετε όπως γράφουν στον ημερίσιο και στον περιοδικό σας τύπο
Να μη γράφετε καθόλου.
Και
Μη κατεβαίνετε στη θάλασσα:
σας βλέπει κι αρρωσταίνει'
γυρίζουν τα μέσα της
αφρίζει
ξερνάει σακκούλες
σαγιονάρες
σακούλες
σερβιέτες
Ξερνάει πετρέλαιο και πίσσα
Μη κατεβαίνετε στη θάλασσα.
Μη ανεβαίνετε στα βουνά:
σας αισθάνονται και πεθαίνουν
χάνουν τα δάση τους και τα πουλιά τους
χάνουν τη δρόσο τους και τ' άρωμά τους
χάνουν τα χιόνια τους και τα νερά τους.
Μην ανεβαίνετε στα βουνά.
Μη συντηρείτε αρχαιότητες:
είναι Ύβρις.
πάρτε κασμάδες και σωριάστε τες
φέρτε μπουλντόζες και σαρώστε τες
ρίχτε βενζίνη και κάφτε τες
Είναι η προτελευταία τιμή που μπορείτε να κάνετε στον Τόπο.
Η τελευταία είναι:
Να φύγετε
με τις γυναίκες και τα παιδιά σας
με τα σαλόνια σας και τα σκυλιά σας
με τη Βρωμιοσύνη σας και την κακομοιριά σας.
Και
μη παριστάνετε πως περιμένετε βαρβάρους:
Εσείς είστε οι βάρβαροι
και πρέπει να φύγετε. 

 ΚΩΣΤΑΣ ΣΟΦΙΑΝΟΣ  

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Αρσένι Ταρκόφσκι Τον τελευταίο μήνα του φθινοπώρου

Τον τελευταίο μήνα του φθινοπώρου, στο γέρμα
Μιας δύσκολης ζωής,
Γεμάτος θλίψη, μπήκα
Στο απογυμνωμένο κι ανώνυμο δάσος.
Ήταν καλυμμένο απ’ άκρη σ’ άκρη με το γαλακτώδες λευκό
Γυαλί της ομίχλης. Από τα γκρίζα κλαδιά
Έσταζαν δάκρυα καθαρά, σαν εκείνα
Που μόνο τα δέντρα χύνουν την παραμονή
Του χειμώνα που γυμνώνει τα πάντα.
Και τότε έγινε ένα θαύμα: της ώρα της δύσης
Μια αχτίδα λαμπερή διαπέρασε τα βαριά σύννεφα
Θαρρείς κι ήταν Ιούνιος,
Σαν τ’ ανάλαφρο δόρυ του τραγουδιού των πουλιών,
Από τις μέρες τις μελλούμενες στο παρελθόν μου.
Κι έκλαιγαν τα δέντρα την παραμονή
Των αγαθών εργασιών και της γιορτινής γενναιοδωρίας
Των ευτυχισμένων βροχών, που περιπλέκονται με το γαλανό χρώμα,
Κι έσυραν το χορό των καλογέρων,
Θαρρείς και τα χέρια στο πληκτρολόγιο
Πήγαιναν από τη γη μέχρι τις πιο ψιλές νότες.



В последний месяц осени, на склоне
Суровой жизни,
Исполненный печали, я вошел
В безлиственный и безымянный лес.
Он был по край омыт молочно-белым
Стеклом тумана. По седым ветвям
Стекали слезы чистые, какими
Одни деревья плачут накануне
Всеобесцвечивающей зимы.
И тут случилось чудо: на закате
Забрезжила из тучи синева,
И яркий луч пробился, как в июне,
Как птичьей песни легкое копье,
Из дней грядущих в прошлое мое.
И плакали деревья накануне
Благих трудов и праздничных щедрот
Счастливых бурь, клубящихся в лазури,
И повели синицы хоровод,
Как будто руки по клавиатуре
Шли от земли до самых верхних нот.
 

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

Δέντρο
Δέντρα
δέντρα
δέντρα

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Επειδή  με τη δική μου γλώσσα
δεν μπορώ να σ΄αγγίξω
μεταγλωττίζω το πάθος μου.
Δεν μπορώ να σε μεταλάβω
και σε μετουσιώνω,
δεν μπορώ να σε ξεντύσω
έτσι σε ντύνω μ' αλλόκοτη φαντασία.
Στα φτερά σου από κάτω
δεν μπορώ να κουρνιάσω
γι αυτό γύρω σου πετάω
και του λεξικού σου γυρνάω τις σελίδες.
Πώς απογυμνωνέσαι θέλω να μάθω
πώς ξανοίγεσαι
γι΄αυτό μες στις γραμμές σου
ψάχνω συνήθειες
τα φρούτα π' αγαπάς
μυρωδιές που προτιμάς
κορίτσια που ξεφυλλίζεις
Τα σημάδια σου ποτέ μου δεν θα δω γυμνά
εργάζομαι λοιπόν σκληρά πάνω στα επίθετά σου
για να τ' απαγγείλω σ΄αλλόθρησκη λαλιά
Πάλιωσε όμως η δική μου ιστορία
κανένα ράφι δε στολίζει ο τόμος μου
και τώρα εσένα φαντάζομαι με δέρμα σπάνιο
ολόδετο σε ξένη βιβλιοθήκη
Επειδή δεν έπρεπε ποτέ να αφεθώ
στην ασυδοσία της νοσταλγίας
και να γράψω αυτό το ποιήμα
τον γκρίζο ουρανό διαβάζω
σε ηλιόλουστη μετάφραση

Κατερίνα Αγγελλάκη Ρουκ

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Η ικεσία
Κύριε, Κύριε, πάει καιρός, μια μέρα
ονειρεύτηκα μιαν αγάπη όπως ποτέ
δεν θα μπορούσα να ονειρευτώ κανέναν,
κάποια αγάπη που θα ήταν όλη η ζωή, η ποίηση.
Και περνούσε ο χειμώνας και δεν ερχόταν,
και η Άνοιξη περνούσε επίσης,
και το καλοκαίρι πάλι ακολουθούσε
και το φθινόπωρο με έβρισκε περιμένοντας
Κύριε, κύριε: γυμνή η πλάτη μου είναι
Κάνε να ξεσπάσει εκεί, με βίαιο χέρι
το μαστίγιο που ματώνει τους διεφθαρμένους !
Γιατί ήρθε το σούρουπο , επάνω στη ζωή μου
κι αυτό το δίχως μέτρο, φλεγόμενο πάθος
το έχω χάσει Κύριε, κάνοντας στίχους!

Alfonsina Storni, Ποιήματα



Αθεράπευτη
Άνθρωπε, μη μου λες πως πρέπει να πεθάνω
Γιατί το ξέρω.
Μου το είπαν τόσο και τόσο το λέω
Που μ' έχει κουράσει.

Αν πρέπει να φύγω, καλύτερα για όλους,
Αλλά και για μένα.
Ενώ τραγουδάει, τρελά το τζιτζίκι
.
Και ρουφάει το κολίβρι το νέκταρ.

 Alfonsina Storni

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Αποσπάσματα ερωτικού λόγου - "Θέλω να καταλάβω" - Η ερωτική επιστολή

...Έτσι όσο κι ανααγορεύω ατέρμονα περί έρωτος το μόνο που μπορώ να ελπίζω είναι ότι θα πιάσω την έννοια από την ουρά: μέσα από στιγμιαίες αναλαμπές, φραστικούς τύπους, εκφραστικά απροσδόκητα - στοιχεία  διάσπαρτα μέσα στο μεγάλο ρεύμα του Φαντασιακού. ¨Βρίσκομαι στην κακοτοπιά του έρωτα δηλαδή στην εκθαμβωτική μεριά του. "Το πιο σκοτεινό σημείο  λέει μια κινέζικη παροιμία, είναι πάντα αυτό που βρίσκετα κάτω από τη λάμπα".
Ως πόθος η ερωτική επιστολή προσμένει την απάντηση. Επιβάλλει έμμεσα στον άλλον να ανταποκριθεί, διαφορετικά η εικόνα του αλλοιώνεται, γίνεται άλλη. Αυτό το εξηγεί  αυστήρά ο νεαρός Φρόιντ στη μνηστή του: Δεν θέλω ωστόσο να παραμένουν αναπάντητα τα γράμματά μου. θα σταματήσω αμέσως να σου γράφω αν δεν μου απαντήσεις. Συνεχείς μονόλογοι γύρω από ένα πλάσμα αγαπημένο, που δεν τους διορθώνει ούτε τους τροφοδοτεί το πλάσμα αυτό, οδηγούν σε σφαλερές απόψεις ως προς τις αμοιβαίες σχέσεις. Έτσι γινόμαστε πια ξένοι ο ένας για τον άλλον όταν ξαναβρισκόμαστε κι ανακαλύπτουμε πως τα πράγματα είναι διαφορετικά απ΄ότι τα φανταζόμασταν μην έχοντας καμιά επιβεβαίωση

Αποσπάσματα ερωτικού λόγου - Ρολάν Μπαρτ - Τον έρωτα αγαπώ

Αρκεί μόνο, μέσα σε μια αστραπή, να δω τον άλλο να χει πάρει την όψη ενός αδρανούς, ταριχευμένου, θα  λεγα αντικειμένου, για να με κάνει να μεταθέσω τον πόθο μου από αυτό το εκμηδενισμένο αντικείμενο στον πόθο μου τον ίδιο. Ποθώ τον ποθο μου - το αγαπημένο πλάσμα δεν είναι παρά το έρεισμά του. Μεθώ στην ιδέα μιας τόσο σπουδαίας υπόθεσης  που αφήνει μίλια πίσω της το πρόσωπο που κατέστησα πρόσχημα γι αυτήν (τουλάχιστον αυτά λέω μέσα μου ευτυχής που υψώνομαι υποβιβάζοντας τον άλλον): θυσιάζω την εικόνα στο φαντασιακό. Κι αν έρθει η μέρα που θα πρέπει να αποφασίσω οριστικά να απαρνηθώ τον άλλο , το σφοδρό πένθος που θα με καταλάβει είναι  το πένθος για το φαντασιακό. Ήταν μια αγαπημένη δομή. Κλαίω που έχασα τον έρωτα και όχι τον τάδε ή την τάδε

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014


ΣΤ ΑΛΑΤΣΑΤΑ ΕΙΝ ΕΝΑ ΒΟΥΝΟ

Αργό, μελαγχολικό ερωτικό τραγούδι με άμεση αναφορά στα Αλάτσατα. Αναπτύσσεται σε makam Ουσάκ(Πρώτος Ήχος). Εξαίσια τα γυρίσματα που λειτουργούν σαν λυτρωτικές του ερωτικού καημού προτροπές. Οι στίχοι συναντώνται αυτούσιοι και σε άλλα τραγούδια.

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Η δροσιά της σκιάς που χαϊδεύει το πρόσωπό σου



Άκου τώρα λεπτές αποχρώσεις! "Η δροσιά της σκιάς που χαϊδεύει τον κρόταφό σου για ένα δευτερόλεπτο"! Τόσο κοντά πλησιάζει η ψυχή ! Σκέψου την σαν ενα φακό που εστιάζει εκεί στη διάφανη σταγόνα ιδρώτα  και γίνεται αύρα καλοκαιρινού μεσημεριού. Σε αυτές τις λεπτομέρειες  γεννιέται ξανά και ξανά η ζωή .
Εκεί... 
στα λεπτά ποδαράκια των άφοβων κοτσυφιών που βγαίνουν βόλτα στην πυρακτωμένη άσφαλτο των παραδρόμων του εθνικού οδικού δικτύου, 
στο κάθε κύμα που σκάει στην ακτή και κανένα δεν είναι το ίδιο με τα προήγουμενα - εκατομμύρια δροσερές αγκαλιές -,  
στο φύλλο που μόλις έπεσε ξεραμένο απο το δέντρο, και ωχ λέρωσε την καλοσκουπισμένη αυλή της υστερικής γειτόνισσας
στις μικρές αράχνες που στήνουν τον ιστό τους δίπλα στις τριανταφυλλιές, και ξανά από την αρχή άμα τον καταστρέψει η ανθρώπινη βιασύνη, 
σε ένα στιγμιαίο βλέμμα  μες στο πλήθος που άνοιξε βαθύ ρήγμα εντός, 
σε μια περαστική νότα ανάμεσα σε τόσους ανούσιους θορύβους, 
στα δάχτυλα που χαϊδεύουν μία μία τις μπούκλες σε αγαπημένο κεφάλι
στο βλέμμα ενός παιδιού που ζητάει την ενθάρρυνση για να τα βγάλει πέρα με το σύνολο των άξεστων 
...εκεί είναι ο τόπος μου, εκεί σκιρτά η ύπαρξή μου, ξυπνώ από τον λήθαργο, νιώθω πως αρχίζω να ζω, μαλακώνει το ατσάλι της αλυσίδας μου, εκεί , χαμογελώ δακρύζοντας, παίρνω βαθιά ανάσα...

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Μαρασμός*

Και τώρα σιωπή
Οι παλμοί ηρέμησαν - ο ρυθμός τους επανήλθε
Ο ήχος της καρδιάς ακούγεται φυσιολογικός
Ο ύπνος κι αυτός 
Το σώμα ανασαίνει ήσυχα
Δεν περιμένει τίποτε
ακούει τη σιωπή 
αφουγκράζεται τη νηνεμία
Μόνο αυτό το μαύρο χρώμα γύρω απ΄τα μάτια, 
αυτό παρέμεινε εκεί και δεν υποχωρεί, 
φορές φορές απλώνεται ίσαμε την ψυχή του

*βαθμιαία εξασθένιση των λειτουργιών ενός ζωντανού οργανισμού

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Απροσδόκητες Συμμαχίες

Την παρατήρησα προσεκτικά, αφού αρκετές φορές ως τώρα κατέστρεψα το δημιούργημά της, είτε από αμέλεια είτε από βιασύνη και επιπολαιότητα. Καλύτερα όμως να χρησιμοποιώ πληθυντικό  γιατί πρόκειται για δύο κυρίες. Η απορία μου ήταν γιατί παρόλες τις επανειλλημένες καταστροφές, επέμεναν και ξανάκτιζαν τον ιστό τους στο ίδιο ακριβώς σημείο, ανάμεσα στις τριανταφυλλιές. Η απάντηση ήρθε κάποια στιγμή καθώς προσπαθούσα να αφαιρέσω τη μελίγκρα από τις δύστυχες τριανταφυλλιές διαπιστώνοντας με φρίκη την επίθεση από τις άσπρες μύγες που νεκρώνουν το φυτό. Οι αράχνες τελικά ήταν εκεί επιμένοντας να υφαίνουν τον πολύπλοκο ιστό τους με μοναδική έγνοια πώς θα φυλακίσουν και θα εξοντώσουν αυτούς τους σχεδόν αόρατους δολοφόνους. Από τη στγμή εκείνη διασχίζω με μεγάλη προσοχή το σημείο και φροντίζω να μην προκαλώ ταραχή στο μοναδικό έργο τους. Κάθε πρωί ελέγχω προσεκτικά αν βρίσκονται στη θέση τους και το βράδυ τις καληνυχτίζω. Ενημερώνω και όσους περνούν από την περιοχή, ίσως κολλήσω και μια πινακίδα που να γράφει: προσοχή: εκτελούνται έργα, απαγορεύεται η διέλευση

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Ρόδα ή άνθρωπος;

Τους βλέπω, είναι παράξενο: είναι πολλοί, συνέχεια συμβαίνει στους επαρχιακούς δρόμους διασχίζοντας σχεδόν τη μισή ελλάδα κάθε εβδομάδα. Κότσυφες περπατούν με τα λεπτά τους ποδαράκια πάνω στη ζεστή άσφαλτο των παραδρόμων κι ενώ τους πλησιάζει το αυτοκίνητο αυτοί παραμένουν εκεί ως την τελευταία στιγμή, και τότε πετούν βιαστικά να κρυφτούν στις πλαϊνές φυλλωσιές. Για μερικά δευτερόλεπτα λοιπόν είναι εκεί  πάνω στο δρόμο, άφοβοι, περήφανοι, μπορεί και να τραγουδούν, μα δεν  τους ακούω, ίσως και να με κοροϊδεύουν που εγώ ο ανόητος άνθρωπος έχω γίνει ένα με τη μηχανή, ίσως και να έχω γίνει πια μια ρόδα, ναι απλά μια ρόδα κι όχι άνθρωπος με σκέψη και συναισθήματα, ο κότσυφας είναι έξυπνος, είναι ελεύθερος, κτίζει τη φωλιά του εκεί που θέλει, κάνει τις βόλτες του εκεί που θέλει, περπατά όπως και όποτε θέλει, πετά για το κέφι του, εγώ είμαι δεμένος με μια αλυσίδα σε 4 σημεία, άλλοι και άλλα καθορίζουν τη μέρα μου και τη διάθεσή μου. Φάσκελο λοιπόν στον άνθρωπο την "κορωνίδα" του  κόσμου, τον ισοπεδωμένο από τον πολιτισμό του και την πρόοδο

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Σμιλεύει τη σκληράδα του θανάτου
επιτρέπει να απλωθεί το χαμόγελο (το κείμενό σου)

Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Στην καρότσα ενός τρακτέρ
τριάντα  νοματαίοι,
στο δρόμο για το αύριο
απρόβλεπτοι, μοιραίοι

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Καταρρέουσα πόλη

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Φως

Έτρεχα να προλάβω
Η νύχτα ήταν ταχύτερη .....


Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

Ερω - διός

Σε είδα μακρια, να πετάς, όμορφος, μοναχικός, αδιάφορος για το μίσος, τα μεγάλα σου μάτια σπίθιζαν μια κρυφή ριπή φωτός. Ζήλεψα την λεύτερη κίνηση σου, σχεδόν την ερωτεύτηκα, θα ΄θελα να σ΄ακολουθούσα  εκεί ψηλά, άλλος αέρας, άλλη ανάσα, χωρίς κλουβιά, χωρίς  αλυσίδες και ματαιωμένες εποχές. Ούτε μια ματιά σου δεν ευτύχησα να έχω, η κίνησή σου ήταν σε αργό ρυθμό, παρόλα αυτά δεν καταδέχτηκες να στρέψεις το βλέμμα κάτω, μόνο πάνω σταθερά. Κι έτσι απέμεινα να κυνηγώ τη ματιά σου.....

Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Εγκαταλελλειμένες Λέξεις

Περιδιαβαίνεις στα ανενεργά μπλογκ που κάποτε έσφυζαν από ζωή και κίνηση, λόγος απλός, καθημερινός, λόγος με επιχειρήματα, λόγος γεμάτος συναισθήματα -  μια απλή πρόταση και καταλαβαίνεις τη γλύκα που αναδύεται από μια ερωτευμένη αναγνώστρια με τον ευφυή συγγραφέα, είναι ολοφάνερη η απέλπιδα προσπάθεια να κρατήσει το ενδιαφέρον του πάνω της- ή ακόμη και την αντιπάθεια που ξεχειλίζει από κακεντρεχείς σχολιαστές καθώς αδυνατούν να επιχειρηματολογήσουν λογικά και χρησιμοποιούν προσβλητικά λόγια και νιώθεις όπως όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μια αρχαιολογική ανασκαφή όπου η σκαπάνη φέρνει στο φως έναν χώρο όπου ζούσαν και κινούνταν άνθρωποι κι όπου το παραμικρό αντικείμενο μαρτυρεί πολλά μυστικά της καθημερινής τους ζωής. Κάπως έτσι, τα εγκαταλελειμμένα μπλόγκ, μάρτυρες της ψυχικής κατάστασης των σπιτονοικοκύρηδων και των επισκεπτών του γεννούν μια βαθιά συγκίνηση, μια νοσταγλία, πικρία πολλές φορές, ένα λεπτό γελάκι, μια περίσκεψη αλλά και πολλά ερωτηματικά: Κλείνεις τα μάτια κι αναρωτιέσαι, ταυτόχρονα και φαντάζεσαι (μα πέφτεις τόσο έξω)πώς να είναι άραγε τούτοι οι άνθρωποι που κρύβονται πίσω από τα κείμενα και τα σχόλια; Ποια είναι τώρα η ψυχική τους κατάσταση; Άραγε συναντήθηκαν ποτέ πρόσωπο με πρόσωπο; Ένιωσαν τη ζεστασιά του ζωντανού ανθρώπου, την ανάσα του; Μοιράστηκαν μια χειραψία, ένα χαμόγελο; Πόσο σκληρή τελικά είναι η ιντερνετική επικοινωνία. Αφήνει τους ανθρώπους με τα συναισθήματά τους ως μια παγωμένη εικόνα, ψυχρή, αδιάφορη, αδειανή, ένα αγκάθι που τρύπησε την ψυχή σου και δεν κατάφερες ποτέ να το βγάλεις
Ιστορίες μιας ατελείωτης μέρας

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Σ΄ έχασα,
κρύφτηκες στα πράσινα,
κοκκινολαίμη
Γερνάω ολοταχώς